THE INSCRIPTIONS AT ORCHOMENUS FROM MELETIUS. ΟΡΧΟΜΕΝΟΣ, κοινῶς Σκριπού, Πόλις ποτὲ πλουσιωτάτη καὶ ἰσχυρωτάτη, πρότερον καλουμένη Βοιωτικαὶ ̓Αθῆναι, εἰς τὴν ὁποίαν ἦτον ὁ Ναὸς τῶν Χαρίτων, εἰς τὸν ὁποῖον ἐπλήρωνον τέλη οἱ Θηβαῖοι, οὔτινος τὸ ἔδαφος ανεσκάφθε ποτὲ ὑπὸ τῶν 'Ασπαλάγκων. Επανηγύριζον εἰς αὐτὴν τὴν Πόλιν τὰ Χαριτήσια, τοῦ ὁποίου 'Αγῶνος εὗρον ἐπιγραφὰς ἐν στήλαις ἔνδον τοῦ κτισθέντος Ναοῦ ἐπ' ὀνόματι τῆς Θεοτόκου, ὑπὸ τοῦ Πρωτοσπαθαρίου Λέοντος, ἐπὶ τῶν Βασιλέων Βασιλείου, Λέοντος, καὶ Κωνσταντίνου, ἐχούσας οὕτως. Εν μὲν τῇ μιᾷ κοινῶς. « Οἶδε ἐνίκων τὸν ἀγῶνα τῶν χαριτησίων. « Σαλπιστής. [δρου. « Μήνις Απολλωνίου Αντιοχεὺς ἀπὸ Μαιάν “ 'Αλέξανδρος Αρίστωνος 'Αθηναῖος. «Υποκριτής. «Ατταλος 'Αττάλου Αθηναῖος. « Οἶδε ἐνίκων τὸν νήμητου ἀγῶμα τῶν « Παῖδας αὐληστάς. [ὁμοδώων. σε Διοκλῆς Καλλιμήδου Θηβαῖος. « Στρατίνος Εὐνίκου Θηβαῖος. "Ανδρας Αυλητάς. σε Διοκλῆς Καλλιμήδου Θηβαῖος. «Ρόδιππος Ροδίππου 'Αργείος. “Ιπποκράτης 'Αριστομένους 'Ρόδιος. • Κωμωδός. “ Καλλίστρατος Εξακέστου Θηβαῖος. « Τὰ ἐπινίκια. “ Κωμωδιών Ποιητής. σ ' Αλέξανδρος Αριστίωνος 'Αθηναῖος.” “Εν δὲ τῇ ἑτερα δωρικῶς. « Μνασίνω άρχοντος ἀγωνοθετίοντος τὸν Χαριτείσιον, εὐαριοστω πάντων οι τυίδε “ ἐνικώσαν τὰ χαριτείτια. • Σαλπιγκτάς. « Φίλινος Φιλίνω 'Αθάνειος. • Κάρους. « Εἰρώδας Σωκράτιος Θείβειος. « Ποειτάς. « Μήστωρ Μήστορος Φωκαιούς. « Ραψευδάς. “ Κράτων Κλίωνος Θείβειος. « Αὐλειτάς. “ Περιγενείς 'Ηρακλείδαο Κουζικηνός. “ Αὐλαευδός. “ Δαμηνέτος Γλαύκω " Αργιος. “ Κιθαριστάς. • Δάματρος Αμαλώω Αἰολεὺς ἀπὸ Μουρίνας. «Τραγαευδός. Ασκλαπιόδωρος Πουθεάο Ταραντινὸς. “ Κωμαευδός. • Νικόστρατος Φιλοστράτω Θείβειος. «Τὰ ἐπινίκεια Κωμαευδός. « Εὔαρχος Ηροδότω Κορωνεύς.” Εν ἄλλῳ Λίθῳ. « Μύριχος Πολυκράτους Ιερώνυμος διεγίτωνος οἱ ἄνδρεσσι χοραγείσαντες νικάσαντες διονύσου “ ἀνέθηκαν τίμωνος ἄρχοντος αὐλίοντος κλέος “ ἄδοντος ἀλκισθένιος.” Εν ἑτέρῳ Λίθῳ. Η συνάρχω ἄρχοντος, μεινὸς θειλουθίω, ἀρχι .. " ως Εὔβωλι ἀρχεδάμω φωκεῖα . . . . ος ἀπέδωκα “ ἀπὸ τὰς σουγγραφῶ πέδα τῶν πολεμάρχων, κα “ τῶν κατοπτάων, ἀνελόμενος τὰς σουγγραφὼς “ τὰς κιμένας πὰρ εὐφρόνα, κὴ φιδίαν κι πασικ « λεῖν . . . . κὴ τιμόμειδον φωκείας, κἢ δαμοτελεῖν « λυσιδάμω, κὴ διονυσον καφισοδώω χηρωνεία “ κατ τὸ ψάφισμα τῶ δάμῳ. MAWETDM Η συνάρχω ἄρχοντος, μεινὸς ἀλαλκομενίω F “ ἀρνῶν πολύκλειος ταμίας ἀπέδωκε εὔβωλυ ἀρχ· " εδάμω φωκεῖ ἀπὸ τῆς σουγγραφῶ τὸ καταλύπου σε τῶν Πατρίδων μας, καὶ οἱονεὶ χειραγωγοὶ γινόμενοι μὲ τοὺς γεωγραφικούς τῶν Πίνακας, μᾶς λέγουν, ἐδὼ εἶναι αἱ ̓Αθῆναι, ἐδὲ ἡ Σπάρτη, ἐκεῖ αἱ Θῆβαι, τόσα στάδια ή μίλια ἀπέχει ἡ μία Επαρ χία ἀπὸ τὴν ἄλλην. Τοῦτος ᾠκοδόμησε τὴν μίαν πόλιν, ἐκεῖνος τὴν ἄλλην καὶ τξ. Προσέτι ἄν ἐρωτήσωμεν αὐτοὺς τοὺς μὴ Έλληνας χειραγω γοὺς μας, πόθεν ἐπαρακινήθησαν νὰ ἐξερευνή σουν ἀρχάς τόσον παλαιὰς, ἀνυποστόλως μᾶς ἀποκρίνονται μὲ αὐτοὺς τοὺς λόγους. “ Καθὼς “ ὁ ἐκ Σκυθίας 'Ανάχαρσις, ἂν δὲν ἐπερείχετο « "Αρχοντος ἐν ἐρχομενὸ συνάρχω, μενὸς ̓Αλα“ γκομενίω, ἐν δε F ἐλατίη Μενοίταο 'Αρχελάω “ μενὸς πράτω. Ομολογά Εὔβωλυ F ἐλατίς, ὁ "κὴ τῇ πόλι ἐρχομενίων. Επειδὴ κεκομίστη “ τὰ πανευφρόσυνα ἐκεῖνα Κλίματα τῆς ̔Ελλάδ Εὔβωλος πὰρ τῆς πόλιος τὸ δάνειον ἅπαν κατ “ δος, ἂν δὲν ἐμφορεῖτο τὰ ἀξιώματα, τὰ ἤθη καὶ “ τὰς ὁμολογίας τὰς τεθίσας θυνάρχω ἄρχοντος, “ τοὺς Νόμους τῶν Ελλήνων, ἤθελε μείνῃ Σκύ " μεινὸς Θειλουθίω, κἢ οὐτ ὀφειλέτη αὐτὼ ἔτι “ θης καὶ τὸ ὄνομα καὶ τὸ πρᾶγμα· οὕτω καὶ ὁ “ οὐθὲν πὰρ τὰν πόλιν, ἀλλ' ἀπέχι πάντα περὶ ἡμέτερος Ιατρὸς, ἂν δὲν ἐμάνθανε τὰ τοῦ Ἱπ ι· παντὸς, κἡ ἀποδεδυανθι τῇ πόλι τὸ ἔχοντες τὰς “ποκράτους, δὲν ἐδύνατο νὰ προχωρήσῃ εἰς τὴν “ ὁμολογίας, εἰ μὲν ποτὶ δεδομένον χρόνον Εΰ· “ τέχνην τοῦ. ̓́Αν ὁ ἐν ἡμῖν Νομοθέτης δὲν “ βωλυ ἐπὶ νομίας F ἔτι ἀπέτταρα βούεσσι σοὺν “ ἐξέταζε τὰ τοῦ Σόλωνος, Λυκούργου, καὶ Πιτ. « ΐππυς δια κατίης Fι κατι προβάτος σοὺν ἤγυς “ τακοῦ, δὲν ἐδύνατο νὰ ῥυθμήσῃ καὶ νὰ καλιερχειλίης ἀρχὶ τῶ χρόνω ὁ ἐνιαυτὸς ὁ μετὰ νύν. “ γήσῃ τὰ ἤθη τῶν Ομογενών του· ἄν ὁ Ρήτωρ “ αρχον ἄρχοντα ἐρχομενίυς ἀπογραφέσθη δὲ “ δὲν ἀπηνθίζετο τὰς εὐφραδείας καὶ τοὺς χαρι66 Εὔβωλον κατ' ἐνιαυτὸν ἕκαστον πὰρ τὸν “εντισμοὺς τοῦ Δημοσθένους, δέν ἐνεργοῦσεν “ ταμίαν κἢ τὸν νόμων ἂν τάτε καύματα τῶν “ εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀκροατῶν του. * Αν ὁ Νέος " προβάτων, κὴ τῶν ἠγῶν, κἢ τῶν βουῶν, καὶ “'Ανάχαρσις, ὁ Κύριος ̓Αββᾶς Βαρθολομαῖος δὲν “ τῶν ἵππων, κἢ κάτινα ἀσαμαίων οίκη τὸ “ ἀνεγίνωσκε μὲ μεγάλην ἐπιμονὴν καὶ σκέψιν " πλεῖθος μεὶ ἀπογράφεσο ὧδε πλίονα τῶν γεγρ- “ τους πλέον ἐγκρίτους συγγραφεῖς τῶν ̔Ελλή “αμμένων ἐν τῇ σουγχωρείσι η δέκατις . . . . η " νων, ἐξερευνῶν αὐτοὺς κατὰ βάθος ἐπὶ τρία “τὸ ἐννόμιον Εὔβωλον ὀφείλει ....λις τῶν “ κοντα δύω ἔτη, δὲν ἤθελεν ἐξυφάνῃ τούτην τὴν · ἐρχομενίων ἀργουρίω... . τετταράκοντα Εΰ- τι περὶ ̔Ελλήνων Ιστορίαν του, ήτις Περιήγησις βωλυ καθ ̓ ἕκαστον ἐνιαυτὸν, κὴ τόκον φερέτω “ τοῦ Νέου ̓Αναχάρσεως παρ' αὐτοῦ προσωνο· δραχμάς....τας μνᾶς ἑκάστας κατὰ μεῖνα “ μάσθη, καὶ εἰς ὅλας τὰς Εὐρωπαϊκὸς Διαλέκτους . τον κὶ ἔμπρακτος ἔστω τὸν ἐρχομένιον ".... καὶ τὰ ἑξῆς.” 66 Εν ἄλλοις Λίθοις. «'Ανοδώρα σύμφορον χαίρε.” ΝΟΚΥΕΣ. “ Καλ. λίπιτον ἀμφάριχος καὶ ἄλλαι.” Εν οὐδεμίᾳ Επιγραφῇ ἴδον τόνον, ἢ πνεῦμα, ἃ δὲ ἡμεῖς ὑπογράφομεν, οἱ παλαιοὶ προσέγραφον. Καὶ τὰ ἑξῆς.” The following is the Prospectus of a translation of Anacharsis into Romac, by my Romic master, Mar· marotouri, who wished to publish it in England. ΕΙΔΗ ΣΙΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΗ. Πρὸς τοὺς ἐν φιλογενείς και φιλέλληνας. ΠΟΣΟΙ εἰς βιβλία παντοδαπὰ ἐντρυφῶσιν, ἠξεύρουν πόσον εἶναι τὸ χρήσιμον τῆς ἱστορίας, δι' αὐτῆς γὰρ ἐξευρίσκεται η πλέον μεμακρυσ μένη παλαιότης, καὶ θεωροῦνται ὡς ἐν κατόπτρῳ ἤθη, πράξεις καὶ διοικήσεις πολλῶν καὶ διαφόρων Εθνῶν καὶ Γενῶν ὧν τὴν μνήμην διεσώσατο καὶ διασώσει ή Ιστορική Διήγησις εἰς αἰῶνα τὸν ἅπαντα. Μία τέτοια Επιστήμη εἶναι εὐαπόκτητος, καὶ ἐν ταυτῷ ὠφέλιμη, ἢ κρεῖττον εἰπεῖν ἀναγκαία. διατὶ λοιπὸν ἡμεῖς μόνοι νὰ τὴν ὑστερούμεθα, μὴ ἠξεύροντες οὔτε τὰς ἀρχὰς τῶν Προγόνων μας, πόθεν πότε καὶ πῶς ευρέθησαν εἰς τὰς Πατρίδας μας, οὔτε τὰ ἤθη, τὰ κατορθώματα καὶ τὴν διαίκησὶν των; Αν ἐρωτήσωμεν τοὺς ̓Αλλογενεῖς, ἠξεύρουν νὰ μᾶς δώσουν ὄχιμόνον ἱστορικῶς τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν πρόοδον τῶν προγόνων μας, ἀλλὰ καὶ τοπογραφικῶς μᾶς δείχνουν τὰς θέσεις μετεγλωττίσθη.” Καὶ ἐν ἑνὶ λόγῳ, οἱ Νεώτε ροι, ἂν δὲν ἔπερναν δία ὁδηγοὺς τοὺς Προγόνους μας, ἤθελαν ἴσως περιφέρωνται ματαίως μέχρι τοῦ νῦν. Αὐτὰ δὲν εἶναι Λόγια ἐνθουσιασμένου διὰ τὸ φιλογενὲς Γραικοῦ, εἶναι δὲ φιλαλήθους Γερμανοῦ, ὅστις ἐμετάφρασε τὸν Νέον 'Αναχαρ σιν ἀπὸ τοῦ Γαλλικοῦ εἰς τὸ Γερμανικόν. Αν λοιπὸν καὶ ἡμεῖς θέλωμεν νὰ μεθέξωμεν τῆς γνώσεως τῶν λαμπρῶν κατορθωμάτων ὁποῦ ἔκαμαν οἱ θαυμαστοὶ ἐκεῖνοι Προπάτορες ἡμῶν, ἄν ἐπιθυμῶμεν νὰ μάθωμεν τὴν πρόοδον καὶ αὔξη σίν των εἰς τὰς Τέχνας καὶ Ἐπιστήμας καὶ εἰς κάθε ἄλλο εἶδος μαθήσεως, ἂν ἔχωμεν περιέργειαν νὰ γνωρίσωμεν πόθεν καταγόμεθα, καὶ ὁποίους θαυμαστοὺς καὶ μεγάλους ἄνδρας, εἰ καὶ προγό τους ἡμῶν, φεῦ, ἡμεῖς δὲν γνωρίζομεν, εἰς καιρὸν ὁποῦ οἱ ̓Αλλογενείς θαυμάζουσιν αὐτοὺς, καὶ ὡς δράμωμεν ἅπαντες προθύμως εἰς τὴν ἔκδοσιν τοῦ πατέρας παντοιασοῦν μαθήσεως σέβονται, ἂς συν θαυμασίου τούτου συγγράμματος τοῦ Νέου 'Αναχάρσεως. Ἡμεῖς οὖν οἱ υπογεγραμμένοι θέλομεν ἐκτελέ σει προθύμως τὴν μετάφρασιν τοῦ Βιβλίου μὲ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν ἡμῖν καλὴν φράσιν τῆς νῦν καθ' ἡμᾶς ὁμιλίας, καὶ ἐκδόντες τοῦτο εἰς τύπον, θέλομεν τὸ καλλωπίσει μὲ τοὺς Γεωγραφικούς Πισ νακας μὲ ἁπλᾶς Ρωμαϊκὰς λέξεις ἐγκεχαραγμέν τους εἰς ἐδικά μας γράμματα, προστιθέντες ὅτι ἄλλο χρήσιμον καὶ ἁρμόδιον εἰς τὴν ἱστορίαν. *Ολον τὸ σύγγραμμα θέλει γένει εἰς Τόμους δύο δεκα κατὰ μίμησιν τῆς Ἰταλικῆς ἐκδόσεως. 11 τιμὴ ὅλου τοῦ Συγγράμματος είναι φιορίνια δε καέξε τῆς Βιέννες διὰ τὴν προσθήκην τῶν γεωγρα- σιλεία σου. “ς γένῃ τὸ θέλημά σου, καθὼς εἰς φικῶν πινάκων. Ο φιλογενὴς οὖν Συνδρομητὴς τὸν οὐρανὸν, ἔτζη καὶ εἰς τὴν γῆν. Το ψωμί. πρέπει νὰ πληρώσῃ εἰς κάθε Τόμον φιορίνι ἕνα καὶ Καραντανία εἴκοσι τῆς Βιέννης, καὶ τοῦτο χωρίς καμμίαν πρόδοσιν, ἀλλ ̓ εὐθὺς ὁποῦ θέλει τῷ παραδοθῇ ὁ Τόμος τυπωμένος καὶ δεμένος. Εῤῥωμένοι καὶ εὐδαίμονες διαβιώοιτε Ελλήνων μας τὸ καθημερινόν, δός μας τὸ σήμερον. Καὶ συγχώρησέ μας τὰ χρέημας, καθώς και ἡμεῖς συγχωροῦμεν τοὺς κρεοφειλέτας μας. Καὶ μὴν μᾶς φέρεις πειρασμὸν, ἀλλὰ ἐλευθέρωσέ μας ἀπὸ τὸν πονηρόν. "Οτι ἐδική σου εἶναι ἡ βασιλεία δὲ, ἡ δύναμις, καὶ ἡ δόξα, εἰς τοὺς αἰῶνας. Αμήν. IN GREEK. ΠΑΤΕΡ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου. Ελθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθή τω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμε· ρον. Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Καὶ μὴ εἰσε· νέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Ὅτι σοῦ ἐστὶν ἡ βασιλεία, καὶ ἡ δύναμις, καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Αμήν. MANFRED: A DRAMATIC POEM.' "There are more things in heaven and earth, Horatio, To look within; and yet I live, and bear Mysterious Agency! In subtler essence-ye, to whom the tops Of mountains inaccessible are haunts, And earth's and ocean's caves familiar things- If it be so - Spirits of earth and air, By the strong curse which is upon my soul, A star is seen at the darker end of the gal First Spirit. Mortal to thy bidding bow'd, Voice of the Second Spirit. Mont Blanc is the monarch of mountains, They crown'd him long ago On a throne of rocks, in a robe of clouds, With a diadem of snow. Around his waist are forests braced, The Avalanche in his hand; I am the spirit of the place, Could make the mountain bow Seventh Spirit. The star which rules thy destiny What would'st thou, Child of Clay! with me? Earth, ocean, air, night, mountains, winds, thy star, What would'st thou with us, son of mortals-say? Man. Forgetfulness and why? First Spirit. Of what of whom Man. Of that which is within me; read it thereYe know it, and I cannot utter it. Spirit. We can but give thee that which we possess: Man. Spirit. It is not in our essence, in our skill; Man. Will death bestow it on me? Spirit. We are immortal, and do not forget; We are eternal; and to us the past Is, as the future, present. Art thou answer'd? Man. Ye mock me- but the power which brought ye here Hath made you mine. slaves, scoff not at my will! And shall not yield to yours, though coop'd in clay! Spirit. We answer as we answer'd; our reply Is even in thine own words. Man. Why say ye so? Spirit. If, as thou say'st, thine essence be as ours, We have replied in telling thee, the thing Mortals call death hath nought to do with us. Man. I then have call'd ye from your realms in vain; Ye cannot, or ye will not, aid me. Spirit. Say; What we possess we offer; it is thine:" Bethink ere thou dismiss us, ask again Kingdom, and sway, and strength, and length of day's Man. Accursed! what have I to do with days? They are too long already. Hence-begone! Spirit. Yet pause: being here, our will would do thee service; Bethink thee, is there then no other gift Which we can make not worthless in thine eyes? Man. No, none: yet stay-one moment, ere we part I would behold ye face to face. I hear As music on the waters; and I see The steady aspect of a clear large star; But nothing more. Approach me as ye are, Or one, or all. in your accustom'd forms. Spirit. We have no forms, beyond the elements Man. I have no choice; there is no form on earth Hideous or beautiful to me. Let him, Who is most powerful of ye, take such aspect Man. Oh God! if it be thus, and thou 1 yet might be most happy. I will clasp thee, And we again will be The figure vanishes. My heart is crush'd! [Manfred falls senseless. (A Voice is heard in the Incantation which follows.) 1 When the moon is on the wave, And the glow-worm in the grass, And the wisp on the morass; Though thy slumber may be deep, There are shades which will not vanish, There are thoughts thou canst not banish; Thou art wrapt as with a shroud, Though thou seest me not pass by, And a magic voice and verse Hath begirt thee with a snare; All the quiet of her sky; From thy false tears I did distil An essence which hath strength to kill; I found the strongest was thine own. By the cold breast and serpent smile, By the perfection of thine art Which pass'd for human thine own heart; And on thy head I pour the vial Though thy death shall still seem near Lo! the spell now works around thee, SCENE II. now wither! The Mountain of the Jungfrau.-Time, Morning.- Man. The spirits I have raised abandon me- I lean no more on superhuman aid, It hath no power upon the past, and for The future, till the past be gulf'd in darkness, It is not of my search. My mother Earth! And thou fresh breaking Day, and you, ye Mountains, Art a delight-thou shin'st not on my heart. I see the peril - yet do not recede; If it be life to wear within myself My own soul's sepulchre, for I have ceased [An eagle passes. Whose happy fight is highest into heaven, But we, who name ourselves its sovereigns, we, To sink or soar, with our mix'd essence make |